English
© 2010 Νομική Βιβλιοθήκη

ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ


eydpelop

twitter kathimerini











ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Δημοσιεύσεις

29/10/2012
Η παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών από ιδιωτικές επιχειρήσεις - Ν 4053/2012 για την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2008/6/ΕΚ στο ελληνικό δίκαιο

Από Δικαιο Επιχειρήσεων & Εταιρειών, τεύχος 8-9/2012, Αύγουστος-Σεπτέμβριος, σελ. 733

Ν 4053/2012 για την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2008/6/ΕΚ[1] στο ελληνικό δίκαιο

ΕΛΛΗΣ Ε. ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, Δικηγόρου, Δικηγορική Εταιρία Βασιλογεώργης και Συνεργάτες

Στο παρόν άρθρο, μετά από μία σύντομη παράθεση του προϊσχύοντος δικαίου, επιχειρείται η παρουσίαση και μία κριτική προσέγγιση των διατάξεων του Ν 4053/2012 (κεφάλαιο Α) για την λειτουργία της ταχυδρομικής αγοράς υπό το φώς της Οδηγίας 2008/6/ΕΚ καθώς και η ανάδειξη των εμποδίων που εξακολουθούν να υφίστανται και αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες για την ανάπτυξη του ανταγωνισμού.

Ι. Εισαγωγή

Στις 28.2.2012 ψηφίστηκε από τη Βουλή των Ελλήνων ο Ν 4053/2012 για τη ρύθμιση, μεταξύ άλλων, της λειτουργίας της ταχυδρομικής αγοράς [2] . Ο νέος Νόμος καταργεί [3] το Ν 2668/1998 [4] , ο οποίος μέχρι σήμερα ρύθμιζε την λειτουργία της ταχυδρομικής αγοράς, και στοχεύει στον καθορισμό του τρόπου μετάβασης σε καθεστώς πλήρους απελευθέρωσης της, με την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2008/6/ΕΚ.

Με το παρόν, μετά από μία συνοπτική παράθεση όσων ίσχυαν σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν 2668/1998, επιχειρείται η παρουσίαση και μία κριτική προσέγγιση των διατάξεων του Ν 4053/2012 καθώς και η ανάδειξη των εμποδίων που εξακολουθούν να υφίστανται στον τομέα της παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών από ιδιωτικές επιχειρήσεις και αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες για την ανάπτυξη του ανταγωνισμού, ιδίως στις συνθήκες κρίσης που βιώνουμε.

ΙΙ. Η λειτουργία της ταχυδρομικής αγοράς υπό το νομοθετικό καθεστώς του Ν 2668/1998

Ο Ν 2668/1998 ενσωμάτωσε στο ελληνικό δίκαιο την Οδηγία 97/67/ΕΚ [5] η οποία αποτελούσε τμήμα της γενικότερης προσπάθειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την απελευθέρωση των υπηρεσιών κοινής ωφελείας και το πρώτο βήμα για την απελευθέρωση της αγοράς των ταχυδρομικών υπηρεσιών. Ο Ν 2668/1998, όπως είχε τροποποιηθεί από τον Ν 3185/2003, συμμορφούμενος με τις επιταγές του κοινοτικού δικαίου κατήργησε το γενικευμένο μονοπώλιο παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών εκ μέρους της δημόσιας επιχείρησης με την επωνυμία «Ελληνικά Ταχυδρομεία ΑΕ» [6] , επέτρεψε -υπό όρους- σε δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς να δραστηριοποιηθούν στην παροχή ορισμένων ταχυδρομικών υπηρεσιών και έθεσε όρους για την λειτουργία της αγοράς και την αδειοδότηση των ταχυδρομικών επιχειρήσεων [7] ενόψει της κατάργησης του μονοπωλίου.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν 2688/1998, και των κανονιστικών κειμένων που έχουν εκδοθεί δυνάμει αυτού [8] η απελευθέρωση των ταχυδρομικών υπηρεσιών και η είσοδος ιδιωτικών επιχειρήσεων στην παροχή της σημαντικής αυτής δημόσιας υπηρεσίας βασιζόταν σε ένα σύστημα διοικητικών αδειών που τελούσε υπό την εποπτεία του κράτους [9] . Οι άδειες στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον Ν 2688/1998, ήταν δύο ειδών, η Γενική και η Ειδική Άδεια [10] . Ως αρμόδιος φορέας για την εποπτεία [11] της ταχυδρομικής αγοράς και την αδειοδότηση των ταχυδρομικών επιχειρήσεων καθορίστηκε η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων [12] , στην οποία οι επιχειρήσεις κατέβαλλαν τέλη τόσο για την αδειοδότησή τους όσο και καθ’ όλη την διάρκεια της άσκησης της σχετικής δραστηριότητας.

Ο Ν 2668/1998 διέκρινε τις ταχυδρομικές υπηρεσίες σε τρεις κατηγορίες:

α) «γενικές ταχυδρομικές υπηρεσίες», οι οποίες μπορούσαν να παρασχεθούν είτε από την ΕΛΤΑ [13] είτε από ιδιωτικές ταχυδρομικές επιχειρήσεις μετά την χορήγηση σε αυτές από την ΕΕΤΤ Γενικής Άδειας [14] , [15] , η οποία εξασφάλιζε τη συμμόρφωση της ιδιωτικής ταχυδρομικής επιχείρησης με τις απατήσεις γενικού συμφέροντος που συνδέονται με την παροχή αυτής της υπηρεσίας (απόρρητο της αλληλογραφίας [16] , ισότιμη μεταχείριση των χρηστών κ.λπ.) [17] .

Ως γενικές ταχυδρομικές υπηρεσίες ορίζονταν [18] οι υπηρεσίες με αντικείμενο α) την ταχυμεταφορά, δηλαδή την επείγουσα διαβίβαση ταχυδρομικών αντικειμένων [19] , τα οποία παρακολουθούνται, ένα προς ένα, από ειδικό σύστημα παρακολούθησης και εντοπισμού (ΕΣΠΕΤΑ) [20] , β) την διακίνηση διαφημιστικών αντικειμένων χωρίς διεύθυνση [21] , γ) την προετοιμασία ταχυδρομικών αντικειμένων [22] και δ) την ανταλλαγή εγγράφων [23] . Οι υπηρεσίες αυτές παρέχονταν υπό καθεστώς ελεύθερου ανταγωνισμού από επιχειρήσεις του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα που έχουν κατάλληλη άδεια και είναι εγγεγραμμένες στο τηρούμενο από την ΕΕΤΤ Mητρώο Ταχυδρομικών Επιχειρήσεων (εφεξής Μητρώο) [24] .

β) «καθολικές ταχυδρομικές υπηρεσίες» [25] τις οποίες μπορούσε να παράσχει είτε η ΕΛΤΑ η οποία εκ του νόμου είχε ορισθεί ως Φορέας Παροχής της Καθολικής Υπηρεσίας (ΦΠΚΥ) για το σύνολο της Ελληνικής Επικράτειας, προκειμένου το κράτος να διασφαλίσει την παροχή των υπηρεσιών αυτών σε όλους, με συγκεκριμένους όρους ποιότητας και τιμών [26] , είτε, υπό προϋποθέσεις, ιδιωτικές επιχειρήσεις μετά την χορήγηση σε αυτές από την ΕΕΤΤ Ειδικής Άδειας [27] .

Ειδικότερα, ο Ν 2668/1998 όριζε ότι επιτρέπεται σε ιδιωτικές εταιρίες μετά την έκδοση Ειδικής Άδειας να παρέχουν τις ακόλουθες ταχυδρομικές υπηρεσίες που εμπίπτουν στο πεδίο της Καθολικής Υπηρεσίας: περισυλλογή, διαλογή, μεταφορά και διανομή αντικειμένων αλληλογραφίας έως 2 κιλά (πλην των αποκλειστικών δικαιωμάτων του ΕΛΤΑ), εφημερίδων μέχρι 2 κιλά, βιβλίων - καταλόγων - περιοδικών μέχρι 2 κιλά, δεμάτων μέχρι 20 κιλά και διαφημιστικών αντικειμένων με ονοματεπώνυμο παραλήπτη [28] (πλην των αποκλειστικών δικαιωμάτων του ΕΛΤΑ).

γ) «αποκλειστικές ταχυδρομικές υπηρεσίες» [29] οι οποίες υπό το νομοθετικό καθεστώς του Ν 2886/1998 μπορούσαν να παρασχεθούν μόνο από την ΕΛΤΑ, για τη διασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας του ΦΠΚΥ [30] δεδομένου ότι αυτός είναι υποχρεωμένος να παρέχει υπηρεσίες στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας [31] .

ΙΙΙ. Η Ευρωπαϊκή Επιταγή για την πλήρη απελευθέρωση της ταχυδρομικής αγοράς

Η ολοκλήρωση της απελευθέρωσης της εσωτερικής αγοράς στον ταχυδρομικό τομέα [32] σε ευρωπαϊκό νομοθετικό επίπεδο, επιτεύχθηκε [33] το 2008 με την υιοθέτηση της Οδηγίας 2008/6/ΕΚ (3η Οδηγία). Κεντρικό στοιχείο της 3ης Οδηγίας είναι ο περιορισμός του λεγόμενου «προστατευµένου τομέα», ο οποίος δίνει στους εμπλεκόμενους φορείς το δικαίωμα να διατηρούν ένα προσοδοφόρο μονοπώλιο για τη διανομή επιστολών µε βάρος κάτω από 50 γραµµάρια [34] . Η εκμετάλλευση του «προστατευμένου τομέα» έρχεται ως αντιστάθµισµα για την παροχή «Καθολικών Ταχυδρομικών Υπηρεσιών» πέντε ημέρες την εβδομάδα στο σύνολο του πληθυσμού
Η κατάργηση του αποκλειστικού/προστατευόμενου τομέα ισοδυναμεί με επανάσταση στις ταχυδρομικές υπηρεσίες, εφόσον πλέον, απελευθερώνεται το σύνολο των παρεχομένων υπηρεσιών, και ο ΦΠΚΥ καθίσταται, ένας σχεδόν ισότιμος - με τους υπόλοιπους φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών-, παίκτης, στην αγορά των ταχυδρομείων. Βέβαια, ακόμη και με τη 3η Οδηγία ο ΦΠΚΥ εξακολουθεί να κατέχει θέση «πρώτου μεταξύ ίσων» [35] .

Σύμφωνα με τις επιταγές της 3ης Οδηγίας τα κράτη μέλη οφείλουν να εξασφαλίζουν την παροχή καθολικών ταχυδρομικών υπηρεσιών υψηλής ποιότητας και σε προσιτές τιμές σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η δημιουργία ανεξάρτητων Εθνικών Κανονιστικών Αρχών είναι ο βασικός πυλώνας της μεταρρύθμισης των ταχυδρομικών υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επίσης παρέχει το κανονιστικό πλαίσιο για τον καθορισμό, μεταξύ άλλων, των υποχρεώσεων παροχής της Καθολικής Υπηρεσίας και των αρχών τιμολόγησης, καθώς καθιερώνει κοινούς κανόνες για τη διαφάνεια των λογαριασμών όσον αφορά τους ΦΠΚΥ, ορίζει δε και διασφαλίζει τη συμμόρφωση με τις προδιαγραφές υπηρεσιών [36] .

Η 3η Οδηγία, καταργεί τον αποκλειστικό τομέα και τα ειδικά δικαιώματα, όχι όμως τους εναλλακτικούς τρόπους χρηματοδότησης της Καθολικής Υπηρεσίας, τους οποίους και επιτρέπει, «εφόσον απαιτείται και δικαιολογείται επαρκώς», αφήνοντας στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών την επιλογή του μηχανισμού χρηματοδότησης [37] . Ειδικότερα, όταν ένα κράτος μέλος διαπιστώσει, ότι οι υποχρεώσεις παροχής Καθολικής Υπηρεσίας, συνεπάγονται καθαρό κόστος, το οποίο αποτελεί άδικη οικονομική επιβάρυνση για τον ή τους ΦΠΚΥ, δύναται να καθιερώσει μηχανισμό αποζημίωσης, είτε με κρατικά οικονομικά μέσα (οπότε θα πρέπει να τηρηθούν οι κοινοτικοί κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων [38] ), είτε επιμερισμού του καθαρού κόστους της Καθολικής Υπηρεσίας, μεταξύ των φορέων παροχής υπηρεσιών ή/και των χρηστών. Στη δεύτερη αυτή περίπτωση, είναι δυνατή η ίδρυση Ταμείου Αποζημίωσης [39] , χρηματοδοτούμενου από τέλη καταβαλλόμενα από τους φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών ή/και τους χρήστες, τηρουμένων πάντοτε των αρχών διαφάνειας, της απαγορεύσεως των διακρίσεων και της αναλογικότητας [40] , [41] .

Για την αποφυγή, τέλος, στρεβλώσεων του ανταγωνιστού η Οδηγία περιέχει µία ρήτρα αμοιβαιότητας, η οποία απαγορεύει την είσοδο παρόχων ταχυδρομικών υπηρεσιών, που διατηρούν «προστατευόμενους τομείς» στις χώρες προέλευσης τους, σε κράτη µέλη τα οποία έχουν στο μεταξύ προχωρήσει σε πλήρη απελευθέρωση των σχετικών αγορών.

IV. Οι ρυθμίσεις του Ν 4053/2012 για την λειτουργία της ταχυδρομικής αγοράς

Με τις διατάξεις του Μέρους Α΄ (άρθρα 1 έως 21, Κεφάλαια Α΄ έως ΣΤ΄) του Ν 4053/2012 [42] ρυθμίζονται θέματα ταχυδρομικών υπηρεσιών [43] και, ιδίως, ζητήματα που αφορούν τη μετάβαση σε καθεστώς πλήρους απελευθέρωσης της ταχυδρομικής αγοράς [44] , από την 1 Ιανουαρίου 2013, με ενσωμάτωση των επιταγών του Ευρωπαϊκού Δικαίου [45] . Ο Νομός διέπεται από δύο βασικές αρχές: ελεύθερη άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας με την προϋπόθεση, βέβαια, της εξασφάλισης Γενικής ή Ειδικής άδειας και εξασφάλιση Καθολικής Υπηρεσίας. Η διάκριση των παρόχων σε κατέχοντες Γενική και Ειδική άδεια εξακολουθεί να υφίσταται. Τούτο που επιχειρείται να αλλάξει ριζικά είναι η παροχή των μέχρι τώρα καλούμενων «αποκλειστικών ταχυδρομικών υπηρεσιών» με την είσοδο ιδιωτικών επιχειρήσεων στην παροχή αυτών, κατάργηση δηλαδή της αποκλειστικότητας των ΕΛΤΑ για τις υπηρεσίες που υφίσταται.

Ειδικότερα, με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Α΄ (άρθρα 1 έως 5), προσδιορίζεται ο σκοπός του Μέρους Α΄, που είναι η οργάνωση της ταχυδρομικής αγοράς σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές επιταγές, με τις οποίες θεσπίζονται κανόνες που διέπουν την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών, με στόχο την ανάπτυξη της ταχυδρομικής αγοράς και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών προς όφελος των χρηστών [46] . Επίσης, καθορίζεται το πεδίο εφαρμογής των ως άνω διατάξεων, οριοθετούνται οι έννοιες που είναι κρίσιμες για την εφαρμογή του [47] , τίθενται οι γενικές αρχές που διέπουν τις ταχυδρομικές υπηρεσίες [48] και καθορίζονται οι αρμοδιότητες των εμπλεκόμενων φορέων (Υπουργείο Μεταφορών, Υποδομών και Δικτύων, το οποίο αποτελεί την Εθνική Αρχή του τομέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών και ΕΕΤΤ, που αποτελεί την Εθνική Ρυθμιστική Αρχή στον τομέα των ταχυδρομικών υπηρεσιών και έχει ρυθμιστικές, εποπτικές και ελεγκτικές αρμοδιότητες [49] ).

Παρατηρεί κανείς σχετικώς ότι στο κείμενο του Νόμου γίνεται λόγος για ένα μόνο ΦΠΚΥ [50] ενώ η Οδηγία προβλέπει την δυνατότητα συνύπαρξης περισσότερων είτε με την παροχή των υπηρεσιών τους σε διαφορετικά τμήματα της επικράτειας είτε με την διανομή σε αυτούς των ποικίλων συνιστωσών της Καθολικής Υπηρεσίας [51] . Η παροχή δυνατότητας για επιλογή ενός ή περισσοτέρων ΦΠΚΥ [52] εμφανίζεται εγγύτερη στο πνεύμα της Οδηγίας καθώς θα επέτρεπε να ρυθμιστεί η αγορά μέσω του ανταγωνισμού. Κατά την συζήτηση, ωστόσο, για την ψήφιση του Νόμου επιλέχθηκε η λύση «ένας ΦΠΚΥ για όλη την επικράτεια» με το σκεπτικό [53] ότι στη χώρα μας η ταχυδρομική αγορά είναι μικρή σε σχέση με τις αγορές των άλλων ευρωπαϊκών χωρών και ο βαθμός συγκέντρωσης των ταχυδρομικών δραστηριοτήτων των αστικών κέντρων Αττική, Μακεδονία και Πελοπόννησο φτάνει το 85% της συνολικής δραστηριότητας [54] . Επιπλέον το ανάγλυφο της χώρας και τα υψηλότερα κόστη που δημιουργούν οι ορεινές και νησιωτικές περιοχές θα δημιουργήσει στρεβλώσεις υπέρ αυτών που θα δραστηριοποιούνται στις αστικές περιοχές.

Με το Κεφάλαιο Β΄ (άρθρα 6 έως 10) ρυθμίζονται, ιδίως, θέματα που αφορούν το περιεχόμενο και την ποιότητα της Καθολικής Υπηρεσίας [55] , προβλέπεται η υπογραφή σύμβασης ανάθεσης της Καθολικής Υπηρεσίας, βάσει της οποίας θα ρυθμίζονται: οι όροι και οι προϋποθέσεις παροχής της Καθολικής Υπηρεσίας, η διάρκεια ισχύος της εν λόγω σύμβασης, οι κυρώσεις σε περίπτωση μη τήρησης των προβλεπόμενων όρων, καθώς και η μέγιστη κατ’ αποκοπή αποζημίωση των χρηστών σε περίπτωση πλημμελούς παροχής υπηρεσιών. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΕΤΤ θα ασκεί έλεγχο της τήρησης των όρων της σύμβασης, ενώ ο Υπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων θα έχει το αποκλειστικό δικαίωμα της επιβολής κυρώσεων μετά από σχετική εισήγηση της ΕΕΤΤ.

Σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση, ένα πολύ κρίσιμο θέμα, συγκριτικά με το σχέδιο που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση το άρθρου 8 (Χρηματοδότηση Καθολικής Υπηρεσίας) εμφανίζεται στο ψηφισθέν κείμενο βελτιωμένο. Με την αρχική διατύπωση προβλεπόταν η σύσταση Ταμείου Αποζημιώσεως εντός έξι μηνών από την ψήφιση του νόμου και η άμεση λειτουργία του ενώ δεν διευκρινιζόταν αν οι μηχανισμοί αυτοί θα αφορούσαν μόνο τους φορείς κατόχους Ειδικής Άδειας (συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΚΥ) για παροχή καθολικών υπηρεσιών ή και τους κατόχους Γενικών Αδειών [56] .

Σύμφωνα με τον ψηφισθέντα Νόμο το καθαρό κόστος παροχής της Καθολικής Υπηρεσίας [57] θα επιβαρύνει τον ΦΚΠΥ (κατά το μέρος παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών πέραν της Καθολικής Υπηρεσίας), τους φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών, για τις υπηρεσίες που παρέχουν υπό το καθεστώς Ειδικής Άδειας, και τον κρατικό προϋπολογισμό [58] . Διευκρινίζεται δε ότι η παροχή πρόσθετων υπηρεσιών πέραν των υποχρεώσεων της Καθολικής Υπηρεσίας, όπως η διανομή συντάξεων και χρηματικών ενταλμάτων, δεν υπόκειται στο μηχανισμό αποζημίωσης που απαιτεί την συνεισφορά των φορέων παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών, αλλά δύναται να χρηματοδοτείται σύμφωνα με τους κανόνες του Ευρωπαϊκού Δικαίου περί κρατικών ενισχύσεων.

Τέλος, στο κεφάλαιο Β’ τίθενται κάποιοι βασικοί κανόνες για την τιμολόγηση της Καθολικής Υπηρεσίας, δηλαδή προβλέπει ότι τα τιμολόγια των ταχυδρομικών υπηρεσιών πρέπει να είναι προσιτά και, κατά το δυνατό, σύμφωνα με την αρχή προσανατολισμού στο κόστος, ενώ προβλέπεται ότι ο ΦΠΚΥ δύναται να εφαρμόζει ειδικά τιμολόγια για ορισμένες υπηρεσίες, ενδεικτικά περιλαμβανομένων των υπηρεσιών που παρέχονται σε επιχειρήσεις, σε αποστολείς μεγάλων ποσοτήτων αλληλογραφίας ή σε φορείς που χρησιμοποιούν μέρος της παρεχόμενης ταχυδρομικής υπηρεσίας.

Με το Κεφάλαιο Γ΄ (άρθρα 11 έως 13) θεσπίζονται ρυθμίσεις για τη χορήγηση Γενικών και Ειδικών Αδειών παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών [59] , και καθορίζονται οι υποχρεώσεις των φορέων [60] . Γενικά, θα μπορούσε να παρατηρηθεί ότι η αδειοδότηση εταιριών με Γενική Άδεια διευκολύνεται καθώς πλέον δεν απαιτείται εγκριτική απόφαση της Αρχής (ΕΕΤΤ) παρά μόνο εγγραφή στο Μητρώο, κατά τα λοιπά οι όροι και οι προϋποθέσεις για να αποκτήσει μία εταιρία Γενική ή Ειδική Άδεια αφήνονται να ρυθμιστούν με κανονισμούς που θα εκδώσει η ΕΕΤΤ.

Προκειμένου να διασφαλισθεί η προστασία των χρηστών θεσπίζονται οι υποχρεώσεις των φορέων παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών να διαθέτουν σαφείς, απλές και χαμηλού κόστους διαδικασίες, που είναι διαθέσιμες στο κοινό και που αφορούν την αντιμετώπιση παραπόνων των χρηστών, τα οποία σχετίζονται ιδίως με την απώλεια, κλοπή, καταστροφή ή μη συμμόρφωση με πρότυπα ποιότητας, με την επιφύλαξη τήρησης των σχετικών διεθνών και εθνικών διατάξεων περί αποζημιώσεων.

Με το Κεφάλαιο Δ΄ (άρθρα 14 και 15) τίθενται κανόνες για την προστασία των χρηστών ταχυδρομικών υπηρεσιών [61] και παρέχονται εξουσιοδοτήσεις για τον καθορισμό των πληροφοριών που πρέπει να διατηρούν οι φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών, τόσο για στατιστικούς λόγους, όσο και προκειμένου να ελέγχεται η συμμόρφωσή τους με τις διατάξεις του Νόμου [62] .

Με το Κεφάλαιο Ε΄ (άρθρα 16 και 17) ρυθμίζονται ζητήματα αποζημίωσης χρηστών για πλημμελή παροχή υπηρεσιών [63] και επιβολής κυρώσεων από την ΕΕΤΤ, όπως, π.χ., σε περίπτωση παράβασης διατάξεων του παρόντος και παραβίασης όρων της άδειας [64] .

Σύμφωνα με την ρύθμιση του Νόμου ο κανόνας είναι η κατ’ αποκοπή αποζημίωση του χρήστη, ενώ, υπό τις ρυθμίσεις του άρθρου 24 του Ν 2668/1998, η κατ’ αποκοπή αποζημίωση συνιστούσε την εξαίρεση, καλύπτοντας μόνο όσες περιπτώσεις είχαν προσδιορισθεί με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, μετά από γνώμη της ΕΕΤΤ. Η καθιέρωση κατ’ αποκοπήν αποζημίωσης περιορίζει την αξίωση του χρήστη ταχυδρομικών υπηρεσιών για μεγαλύτερη αποζημίωση (ποσοτικός περιορισμός), ενώ, ταυτοχρόνως, τον απαλλάσσει από την υποχρέωση απόδειξης του ύψους της ζημίας του [65] . Αντίθετη συμφωνία μεταξύ του φορέα και του χρήστη είναι άκυρη.

Η ρύθμιση κινείται προς την ορθή κατεύθυνση καθώς σε αντίθετη περίπτωση, ο κίνδυνος που θα αναλάμβαναν οι πάροχοι θα ήταν απρόβλεπτος, μη μετρήσιμος. Παράλληλα, ο ποσοτικός περιορισμός επιτρέπει στον φορέα της Καθολικής Υπηρεσίας να διαμορφώνει χαμηλά ταχυδρομικά τέλη, διατηρώντας την υπηρεσία προσβάσιμη σε όλους τους πολίτες [66] . Περαιτέρω, ο ποσοτικός περιορισμός της αποζημίωσης επιτρέπει την αντιμετώπιση των δυσχερειών απόδειξης της ζημίας του χρήστη και της ευθύνης της ταχυδρομικής επιχείρησης [67] .

Εξαίρεση από τον ποσοτικό περιορισμό της ευθύνης και επαναφορά στον κανόνα της πλήρους αποζημίωσης προβλέπεται στην περίπτωση που η παραβίαση του συμβατικής υποχρέωσης ή η αδικοπραξία οφείλεται σε δόλο του φορέα ή των προσώπων που ενεργούν για λογαριασμό του [68] .

Με το Κεφάλαιο ΣΤ΄ (άρθρα 18 έως 21) εισάγονται μεταβατικές διατάξεις. Μεταξύ άλλων, ορίζεται ότι, για τη διασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας του ΦΠΚΥ διατηρείται, έως τις 31.12.2012, το αποκλειστικό δικαίωμα στην περισυλλογή, διαλογή, μεταφορά και διανομή των αντικειμένων αλληλογραφίας εσωτερικού, της εισερχόμενης και εξερχόμενης αλληλογραφίας (διασυνοριακό ταχυδρομείο) και του διαφημιστικού ταχυδρομείου, με όριο βάρους των μεταφερόμενων αντικειμένων τα πενήντα γραμμάρια. Το ανωτέρω αποκλειστικό δικαίωμα του φορέα παροχής καθολικής υπηρεσίας, καθώς και το ανωτέρω όριο βάρους αίρονται από 1.1.2013 [69] . Επίσης, χορηγείται στην «Ελληνικά Ταχυδρομεία ΑΕ» το αποκλειστικό δικαίωμα της χρήσης της επωνυμίας «Ελληνικά Ταχυδρομεία ΑΕ» και του διακριτικού τίτλου «ΕΛΤΑ» [70] , ορίζονται οι καταργούμενες διατάξεις [71] και προβλέπεται ότι η ΕΛΤΑ παραμένει φορέας παροχής καθολικής υπηρεσίας έως την 31.12.2028.

Παρατηρεί κανείς σχετικώς ότι το χρονικό διάστημα μέχρι την 31.12.2028 που η ΕΛΤΑ παραμένει ως ΦΠΚΥ είναι μεγάλο [72] . Η συμβατότητα της εν λόγω διάταξης με το κοινοτικό δίκαιο και συγκεκριμένα με την διάταξη του άρθρου 1 παρ. 4 της 3ης Οδηγίας, επιχειρείται να εξασφαλισθεί με την πρόβλεψη στο άρθρο 7 παρ. 3 του Νόμου, ότι ο Υπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων δύναται να επανεξετάζει τους όρους και τον τρόπο παροχής της ΚΥ - ανά εξαετία - μετά από εισήγηση της ΕΕΤΤ και να ζητά επαναδιαπραγμάτευση των σχετικών όρων της σύμβασης.

Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 21 του Νόμου οι φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών που κατά την δημοσίευση του Νόμου παρείχαν ταχυδρομικές υπηρεσίες βάσει ισχύουσας Γενικής ή Ειδικής Άδειας εξακολουθούν να παρέχουν τις ίδιες υπηρεσίες σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Νόμο.

V. H απαλλαγή του ΦΠΚΥ από το ΦΠΑ ως ανασταλτικός παράγοντας της ανάπτυξης του ανταγωνισμού

Πέρα από τις δυσκολίες που διαφαίνονται από τις ρυθμίσεις του Ν 4053/2012 για την είσοδο νέων παρόχων στον απελευθερωμένο τομέα, καίριο ανασταλτικό παράγοντα για την ανάπτυξη του ανταγωνισμού στον τομέα της παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών αποτελεί η διακριτική μεταχείριση της ΕΛΤΑ ως ΦΠΚΥ αναφορικά με το ζήτημα του ΦΠΑ [73] , [74] . Το τελευταία βέβαια αυτό ζήτημα είναι ιδιαίτερα πολύπλοκο καθώς η πλήρης απαλλαγή από το ΦΠΑ οργανισμών όπως η ΕΛΤΑ [75] , δηλαδή ΦΠΚΥ, κρίθηκε ως επιτρεπτή από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (απόφαση ΤΝΤ) [76] . Η απόφαση αυτή, που αφορά καθεστώς απελευθερωμένης ταχυδρομικής αγοράς, εκδόθηκε ύστερα από προσφυγή στην Αγγλία [77] της εταιρίας ταχυμεταφορών ΤΝΤ, η οποία διεκδικούσε απαλλαγή από το ΦΠΑ, αντίστοιχη με αυτή που ίσχυε για την Royal Mail [78] .

Το δικαστήριο του Ηνωμένου Βασιλείου με προδικαστικό ερώτημα που υπέβαλε ζητούσε από το Δικαστήριο ερμηνεία της έκτης οδηγίας περί ΦΠΑ [79] ως προς τον ορισμό «δημόσιες ταχυδρομικές υπηρεσίες-, στο πλαίσιο μιας πλήρως ελευθερωμένης αγοράς και της έκτασης της απαλλαγής για τις υπηρεσίες αυτές.

Το Δικαστήριο εξέτασε το ζήτημα και διαπίστωσε ότι η έκφραση «δημόσιες ταχυδρομικές υπηρεσίες» αφορά τους φορείς που παρέχουν τις υπηρεσίες και όχι τις υπηρεσίες αυτές καθαυτές, ανεξάρτητα από την ιδιότητα αυτού που τις παρέχει. Έκρινε δε ότι η ελευθέρωση της αγοράς δεν αποκλείει την εφαρμογή της απαλλαγής, διότι η απαλλαγή υπηρετεί το γενικού συμφέροντος σκοπό της προσφοράς, με μειωμένο κόστος, ταχυδρομικών υπηρεσιών, που να ανταποκρίνονται στις βασικές ανάγκες του πληθυσμού. Σύμφωνα με το Δικαστήριο ο σκοπός αυτός συμπίπτει με τον ορισμό της Καθολικής ταχυδρομικής Υπηρεσίας που περιέχεται στην οδηγία περί ταχυδρομικών υπηρεσιών και, συνεπώς, η έννοια αυτή συνιστά χρήσιμη αναφορά για την ερμηνεία της έννοιας «δημόσιες ταχυδρομικές υπηρεσίες».

Συνεπεία των ανωτέρω, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι «δημόσιες ταχυδρομικές υπηρεσίες» πρέπει να θεωρούνται ότι συνιστούν φορείς, ανεξαρτήτως τού αν είναι δημόσιοι ή ιδιωτικοί, που αναλαμβάνουν να παρέχουν ταχυδρομικές υπηρεσίες που να ανταποκρίνονται στις βασικές ανάγκες του πληθυσμού και, συνεπώς στην πράξη, να εξασφαλίζουν το σύνολο ή τμήμα της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας εντός κράτους - μέλους. Κατά την κρίση του Δικαστηρίου, μια τέτοια ερμηνεία δεν είναι αντίθετη προς την αρχή της φορολογικής ουδετερότητας, καθόσον, λόγω των υποχρεώσεων που της επιβάλλει η άδειά της, η Royal Mail παρείχε ταχυδρομικές υπηρεσίες υπό νομικό καθεστώς που είναι ουσιωδώς διαφορετικό από αυτό υπό το οποίο παρείχε τέτοιες υπηρεσίες ένας φορέας, όπως η TNT Post. Συνεπώς, οι παροχές των δύο αυτών εταιριών δεν ήταν συγκρίσιμες.

Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι το Δικαστήριο διευκρίνισε στην απόφασή του ότι δεν απαλλάσσονται οπωσδήποτε, ανεξαρτήτως της εγγενούς φύσεώς τους, όλες οι παροχές υπηρεσιών, οι οποίες πραγματοποιούνται από τις δημόσιες ταχυδρομικές υπηρεσίες. Απαλλάσσονται μόνον οι παροχές υπηρεσιών που οι δημόσιες ταχυδρομικές υπηρεσίες πραγματοποιούν υπ΄ αυτή τους την ιδιότητα, ήτοι υπό την ιδιότητα του φορέα παροχής της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας. Η εν λόγω απαλλαγή δεν εφαρμόζεται σε παροχές υπηρεσιών, των οποίων οι όροι έχουν αποτελέσει αντικείμενο μεμονωμένης διαπραγματεύσεως [80] . Συνεπώς, τα κράτη μέλη δύνανται να βρεθούν υπόλογα έναντι των αρμόδιων οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε περίπτωση που διευρύνουν την ως άνω εξαίρεση και σε υπηρεσίες που αποτελούν προϊόν μεμονωμένης διαπραγμάτευσης.

Αντί επιλόγου: Οδεύουμε πράγματι προς την απελευθέρωση της ταχυδρομικής αγοράς;

Το βασικό ερώτημα αναφορικά με μέλλον των ταχυδρομικών υπηρεσιών στην Ελλάδα είναι εάν και κατά πόσο πραγματικά οι διατάξεις του Ν 4053/2012 οδηγούν προς την απελευθέρωση της ταχυδρομικής αγοράς ή μιλάμε για μία απελευθέρωση στα χαρτιά [81] .

Το κείμενο του Νόμου δεν απαντά στο παραπάνω ερώτημα καθώς η επιτυχία του εξαρτάται από μία σειρά δευτερογενών πράξεων, και κανονισμών [82] οι οποίοι αμφίβολο είναι θα έχουν ετοιμαστεί έγκαιρα, δεδομένης της καταληκτικής ημερομηνίας της πλήρους απελευθέρωσης [83] . Από τις διατάξεις του, ωστόσο, διαφαίνονται οι δυσκολίες ανάπτυξης του υγιούς ανταγωνισμού.

Γενική δε παρατήρηση επί του Νόμου είναι ότι ουσιαστικά επιδοτείται ο υπάρχον ΦΠΚΥ και όχι και οι νέοι πάροχοι που επιχειρούν να βρούνε μία θέση στην αγορά. Με το Νόμο ουσιαστικά διασφαλίζεται η ισότιμη μεταχείριση των επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες υπό το καθεστώς Ειδικής Άδειας, ωστόσο, υπάρχει διακριτική μεταχείριση του ΦΠΚΥ, ήτοι μέχρι το 2028 της ΕΛΤΑ η οποία διαθέτει ήδη ένα ευρύτατο δίκτυο καταστημάτων και υποδομών. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ζήτημα του ΦΠΑ που απασχολεί ιδιαίτερα τις επιχειρήσεις του κλάδου και ανωτέρω αναλύθηκε, εγείρει ερωτήματα σχετικά με το εάν πράγματι άλλοι πάροχοι δύνανται να εισέλθουν στην απελευθερωμένη αγορά και μάλιστα εν μέσω οικονομικής κρίσης.


[ 1 ]. Οδηγία 2008/6/ΕΚ (3η Οδηγία) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2008, για την τροποποίηση της Οδηγίας 97/67/ΕΚ σχετικά με την πλήρη υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών [ΕΕL 052 της 27.2.2008 σελ. 0003 - 0020]. Βλ σχετικώς και Επιτροπή Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της ταχυδρομικής οδηγίας, COM (2008) 884, τελικό Βρυξέλλες, 22.12.2008, Πρακτικά της Ενημερωτικής Συνάντησης του Αντιπροέδρου του Τομέα Παροχής Ταχυδρομικών Υπηρεσιών της ΕΕΤΤ, με Δημοσιογράφους με θέμα τις τρέχουσες εξελίξεις στον Τομέα Ταχυδρομικών Υπηρεσιών, 2 Οκτωβρίου 2008 διαθέσιμα στην ιστοσελίδα της ΕΕΤΤ, European Conference of Postal and Telecommunications Administration, Implementation Guide Universal Service, CERP PL 2009/2 Doc 13 Rev.1.

[ 2 ]. Ν 4053/2012 Ρύθμιση λειτουργίας της ταχυδρομικής αγοράς, θεμάτων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και άλλες διατάξεις. Στο Μέρος Α του νόμου (άρθρα 1 έως 21) ρυθμίζει ζητήματα λειτουργίας της ταχυδρομικής αγοράς και στο μέρος Β ρυθμίζονται θέματα ηλεκτρονικών επικοινωνιών [ΦΕΚ Α’ 44/2012].

[ 3 ]. Πλην των άρθρων 23, 26, 27, 28 και 29 που εξακολουθούν να ισχύουν σύμφωνα με το άρθρο 20 του Ν 4053/2012. Σημειώνουμε ότι στο ίδιο ως άνω άρθρο ορίζεται επίσης ότι οι κανονιστικές πράξεις που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση των νόμων που καταργούνται διατηρούνται σε ισχύ μέχρι τη ρητή τροποποίησή τους ή κατάργηση τους με τις κανονιστικές διατάξεις που προβλέπονται στον Ν 4053/2012.

[ 4 ]. Ν 2668/1998 Οργάνωση του τομέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις [ΦΕΚ Α’ 282/1998]. Σκοπός του νόμου όπως αναφέρεται στο άρθρο 1 αυτού ήταν «η οργάνωση του τομέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών και η θέσπιση κανόνων λειτουργίας του, ώστε να διασφαλιστεί η παροχή καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας και να ρυθμισθεί η παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών από τις ταχυδρομικές επιχειρήσεις». Ο Νόμος είχε τροποποιηθεί από το Ν 3185/2003 Τροποποίηση του Ν 2668/1998, εναρμόνιση με την Οδηγία 2002/39/ΕΚ, ρυθμίσεις θεμάτων του Οργανισμού ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΑ κ.λπ. [ΦΕΚ Α’ 229/2003]. Βλ σχετικώς και Πρακτικά Ομιλίας του Α. Μαντά με θέμα Το Νέο Κανονιστικό Πλαίσιο, Εκδήλωση Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ),Το Νέο Κανονιστικό Πλαίσιο: Εργαλείο Ανάπτυξης για την Αγορά Ταχυμεταφορών», Αθήνα, 23 Ιουνίου 2004, διαθέσιμα στην ιστοσελίδα της ΕΕΤΤ.

[ 5 ]. Οδηγία 97/67/ΕΚ [EEL 015 της 21.1.1998 σελ. 0014 - 0025] για την θέσπιση κοινών κανόνων ανάπτυξης της εσωτερικής αγοράς κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών και την βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών, η οποία έως σήμερα έχει τροποποιηθεί με την Οδηγία 2002/39/ΕΚ η οποία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με τον Ν 3185/2003, και την Οδηγία 2008/6/ΕΚ, η οποία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με τον Ν 4053/2012.

[ 6 ]. Η ΕΛΤΑ είναι ΝΠΔΙ το οποίο λειτουργεί υπό την μορφή ανώνυμης εταιρίας. Για την φύση της ΕΛΤΑ βλ. και ΑΠ 1976/2009 ΔΕΕ 2010,712.

[ 7 ]. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ν 2688/1998, ταχυδρομική επιχείρηση μπορεί να αποτελέσει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε οργάνωση ή ένωση προσώπων, με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, που έχει κερδοσκοπικό σκοπό και δραστηριοποιείται στον τομέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών.

[ 8 ]. Οι οποίες όπως προαναφέραμε εξακολουθούν να ισχύουν έως τη ρητή τροποποίηση ή κατάργησή τους (βλ. ανωτέρω υποσημείωση 3).

[ 9 ]. Η κρατική εποπτεία ασκείτο σε κάθε μορφής δραστηριότητα στην ταχυδρομική αγορά είτε αυτή αναπτυσσόταν από δημόσιο είτε από ιδιωτικό φορέα, με εξαίρεση τα αυτοτελή δίκτυα των ενόπλων δυνάμεων και την επίσημη αλληλογραφία των κρατών που διακινείται μέσω διπλωματικών σάκων.

[ 10 ]. Σύμφωνα με το άρθρο 3 Ν 2668/1998 «Η άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας στον τομέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών προϋποθέτει γενική ή ειδική άδεια, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 12 και επόμενα του παρόντος και τελεί υπό την εποπτεία του Κράτους».

[ 11 ]. Μαζί με τον Υπουργό Μεταφορών Υποδομών και Δικτύων. Σημειώνεται ότι μεταξύ του Υπουργού και της Αρχής δεν υφίστατο ιεραρχική σχέση εξάρτησης. Οι αρμοδιότητες της ΕΕΤΤ ήταν παράλληλες με του Υπουργού. Σχετικά με την σχέση Υπουργού και Αρχής βλ. Α. Μπεχλιβάνη, Η Εποπτεία της Ταχυδρομικής Αγοράς σε Οι Ταχυδρομικές Υπηρεσίες- Απελευθέρωση-Ανταγωνισμός, Τμήμα Ναυτιλίας και Επιχειρηματικών Υπηρεσιών Σχολή Επιστημών της Διοίκησης Πανεπιστήμιου Αιγαίου, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2006, σελ. 67 επ.

[ 12 ]. Το άρθρο 22 της Οδηγίας 97/67/ΕΚ όριζε ότι το κάθε κράτος μέλος οφείλει να ορίσει μία εθνική κανονιστική αρχή στον τομέα των ταχυδρομείων, νομικώς και λειτουργικώς ανεξάρτητη από τους ταχυδρομικούς φορείς εκμετάλλευσης. Προς συμμόρφωση με την κοινοτική αυτή επιταγή ο Έλληνας νομοθέτης στο άρθρο 7 του Ν 2688/1998 ανέθεσε την ευθύνη για την εποπτεία και ρύθμιση της αγοράς των ταχυδρομικών υπηρεσιών στην Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών (συσταθείσα με τον Ν 2075/1992) την οποία μετονόμασε σε Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ). Η ΕΕΤΤ είναι διοικητικά και οικονομικά ανεξάρτητη διοικητική Αρχή (βλ. και Ν 2867/2000). Ο ρόλος της ΕΕΤΤ επαναπροσδιορίστηκε μερικώς με τον Ν 3185/2003 και εκ νέου με τον Ν 4053/2012 όπως παρακάτω αναλύουμε.

[ 13 ]. Μετά από σχετική απόφαση του διοικητικού του συμβουλίου και χωρίς την έκδοση Γενικής Άδειας.

[ 14 ]. Σύμφωνα με τα μέχρι την ψήφιση του Ν 4053/2012 δεν έχουν υποχρέωση να κατέχουν Γενικοί Άδεια α) Όσοι παρέχουν υπηρεσίες απλής μεταφοράς ταχυδρομικών αντικειμένων, οι οποίες δεν συνδυάζονται με κάποιο άλλο στάδιο ταχυδρομικής υπηρεσίας (π.χ. διαλογή ή επίδοση στον παραλήπτη), β) Όσοι διακινούν αντικείμενα που δεν έχουν τα χαρακτηριστικά ταχυδρομικού αντικειμένου (π.χ. δεν είναι κλεισμένα σε συσκευασία επί της οποίας να αναγράφεται ονοματεπώνυμο και διεύθυνση παραλήπτη, όπως λουλούδια, ποτά, τρόφιμα κ.ά.), γ) Όσοι διακινούν διαφημιστικά αντικείμενα εκτός φακέλου ή παρόμοιας συσκευασίας, στα οποία δεν αναγράφεται ονοματεπώνυμο και διεύθυνση παραλήπτη, δ) Τα μέλη δικτύου αδειοδοτημένων επιχειρήσεων, ε) Όταν διακινούνται ταχυδρομικά αντικείμενα από τον ίδιο τον αποστολέα για δική του χρήση ή από τρίτους που ενεργούν αποκλειστικά για λογαριασμό του αποστολέα (π.χ. υπηρεσίες κλητήρα), στ) Όσοι παρέχουν υπηρεσίες κατάθεσης ταχυδρομικών αντικειμένων στις εγκαταστάσεις του ΦΠΚΥ.

 

15 ]. Υπό το νομοθετικό καθεστώς του Ν 2668/1998 ανάλογα με τα Κέντρα Διαλογής που διαθέτει και τη γεωγραφική περιοχή παροχής των ταχυδρομικών υπηρεσιών, οι Γενικές Άδειες διακρίνονται ως κατωτέρω:

α. Τοπική Γενική Άδεια: Αφορά ταχυδρομικές επιχειρήσεις που μαζί με το Ταχυδρομικό Δίκτυό τους διαθέτουν ένα Κέντρο Διαλογής. Ο Νομός στον οποίο ο κάτοχος Τοπικής Γενικής Άδειας παρέχει ταχυδρομικές υπηρεσίες προσδιορίζεται με την υποβολή σχετικής δήλωσης στην Αρχή. Για παροχή υπηρεσιών εκτός του δηλωθέντος Νομού, οι επιχειρήσεις με Τοπική Γενική Άδεια μπορούν να συνεργάζονται με άλλες επιχειρήσεις με Τοπική, Περιφερειακή ή Εθνική Γενική Άδεια.

β. Περιφερειακή Γενική Άδεια: Αφορά ταχυδρομικές επιχειρήσεις που μαζί με το Ταχυδρομικό Δίκτυό τους διαθέτουν περισσότερα του ενός Κέντρα Διαλογής. Οι Νομοί στους οποίους ο κάτοχος Περιφερειακής Γενικής Άδειας παρέχει ταχυδρομικές υπηρεσίες προσδιορίζονται ως ανωτέρω. Για την παροχή ολοκληρωμένων ταχυδρομικών υπηρεσιών, οι επιχειρήσεις με Περιφερειακή Γενική Άδεια μπορούν να συνεργάζονται με άλλες επιχειρήσεις με Τοπική, Περιφερειακή ή Εθνική Γενική Άδεια.

γ. Εθνική Γενική Άδεια: Αφορά ταχυδρομικές επιχειρήσεις που, μαζί με το Ταχυδρομικό Δίκτυό τους, διαθέτουν τουλάχιστον ένα Κατάστημα Ταχυμεταφορών σε κάθε νομό της χώρας και οι οποίες ταυτόχρονα ικανοποιούν τους όρους και προϋποθέσεις για την κατοχή Περιφερειακής Γενικής Άδειας, δηλαδή μαζί με το Ταχυδρομικό Δίκτυό τους διαθέτουν περισσότερα του ενός Κέντρα Διαλογής.

Σημειώνουμε ότι ως Ταχυδρομικό Δίκτυο ορίζεται το σύνολο της οργάνωσης και των κάθε είδους μέσων και προσώπων που χρησιμοποιεί ο παρέχων ταχυδρομικές υπηρεσίες υπό καθεστώς Γενικής Άδειας, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών ή νομικών προσώπων με ή χωρίς Γενική Άδεια, στα οποία αναθέτει ταχυδρομικό έργο, σύμφωνα με την Άδειά του. Ως Κέντρο Διαλογής ορίζεται ο επιχειρησιακός χώρος όπου λαμβάνουν χώρα οι διαδικασίες διαλογής, και προωθούνται προς το επόμενο Κέντρο Διαλογής ή το επιφορτισμένο για την διανομή Κατάστημα Ταχυμεταφορών. Ως Κατάστημα Ταχυμεταφορών ορίζεται ο επιχειρησιακός χώρος όπου πραγματοποιείται κυρίως η παραλαβή ταχυδρομικών αντικειμένων από το χρήστη ή το Κέντρο Διαλογής για τη διανομή τους. Το Κατάστημα Ταχυμεταφορών, μπορεί να συνυπάρχει με Κέντρο Διαλογής. Οι ορισμοί δίδονται όπως παρατίθενται στο άρθρο 1 του Κανονισμού Γενικών Αδειών παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών [ΦΕΚ: Β’ 46/19.1.2009 και Β’ 1445/17.7.2009 (κωδικοποιημένο κείμενο)], όπως αυτός τροποποιήθηκε με την με αριθμό Απόφαση 570/032/2010 της ΕΕΤΤ, [ΦΕΚ Β’ 1148/30.7.2010] και ισχύει έως σήμερα εφεξής: Κανονισμού Γενικών Αδειών. βλ. και Πρακτικά Ομιλίας Χ. Αποστόλου από το ημερίδα που διοργάνωσε η ΕΕΤΤ, στην Αθήνα την 18 Μαρτίου 2009, με θέμα Εξελίξεις στην Ταχυδρομική Αγορά, διαθέσιμα στην ιστοσελίδα της ΕΕΤΤ.

[ 16 ]. Άρθρο 22 Ν 2668/1998. Γενικά για το απόρρητο των επιστολών και της επικοινωνίας βλ. Α. Τάχο, Το Απαραβίαστον του Απόρρητου των επιστολών και της εν γένει ανταποκρίσεως, Εκδοτικός Οίκος Αφοί Π. Σάκκουλα, 1967, Ι. Φραντζεσκάκη, Περί του απορρήτου των επιστολών και της καθ’ οιονδήποτε τρόπο ελευθέρας ανταπόκρισης ή επικοινωνίας, Ποιν. Χρον. (ΛΓ΄) Κ. Γεωργακόπουλο, Επίτομο Συνταγματικού Δικαίου, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2001, σελ. 554 επ., Ε. Δημητροπούλου, Το Απόρρητο των Επιστολών σε Οι Ταχυδρομικές Υπηρεσίες- Απελευθέρωση-Ανταγωνισμός, ό.π., σελ. 83επ, Γνωμοδότηση Εισαγγελέα Αρείου Πάγου 4/21.2.1963, ΝοΒ 1964, Γ. Νούσκαλη, Ο Ν 3115/2003 για την Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών. Ορισμένες Επισημάνσεις και προβληματισμοί, ΠοινΔικ 2002,248 επ.

[ 17 ]. Η επιχείρηση που αιτείται την χορήγηση σε αυτήν Γενικής Άδειας δύναται πέρα από το αντικείμενο της παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών να ασκεί παράλληλα και άλλες δραστηριότητες (συναφείς ή μη).

[ 18 ]. Για την παροχή άλλης ταχυδρομικής υπηρεσίας, πέραν των αναφερθέντων, η ΕΕΤΤ δύναται να θέσει με σχετική της απόφασης τους όρους και τις προϋποθέσεις παροχής της υπηρεσίας αυτής (άρθρο 2 παρ. 5 του Κανονισμού Γενικών Αδειών.

[ 19 ]. Ως ταχυδρομικό αντικείμενο ορίζεται το αντικείμενο, με διεύθυνση παραλήπτη μέχρι 35 κιλά, αποστελλόμενο υπό την τελική του μορφή, στην οποία το αναλαμβάνει η ταχυδρομική επιχείρηση που λειτουργεί υπό καθεστώς Γενικής Άδειας (άρθρο 1 σημείο στ του Κανονισμού Γενικών Αδειών).

[ 20 ]. Ως ΕΣΠΕΤΑ ορίζεται το πληροφοριακό σύστημα για την παρακολούθηση και τον εντοπισμό των ταχυδρομικών αντικειμένων Ταχυμεταφορών (άρθρο 1 σημείο ζ του Κανονισμού Γενικών Αδειών).

[ 21 ]. Ως διακίνηση διαφημιστικών αντικειμένων χωρίς διεύθυνση ορίζεται η διακίνηση διαφημιστικών αντικειμένων χωρίς διεύθυνση παραλήπτη, εντός φακέλου ή παρόμοιας συσκευασίας (άρθρο 1 σημείο ε του Κανονισμού Γενικών Αδειών).

[ 22 ]. Ως υπηρεσίες προετοιμασίας ταχυδρομικών εγγράφων ορίζονται οι ενέργειες που αποσκοπούν στην δημιουργία ταχυδρομικών αντικειμένων από τα στοιχεία που αυτά συντίθενται (άρθρο 1 σημείο δ του Κανονισμού Γενικών Αδειών).

[ 23 ]. Ως ανταλλαγή εγγράφων ορίζεται η Υπηρεσία που παρέχει τα μέσα και τις εγκαταστάσεις για την κατάθεση από τον αποστολέα και την παραλαβή από τον παραλήπτη, οι οποίοι είναι συνδρομητές της υπηρεσίας αυτής, των ταχυδρομικών τους αντικειμένων (άρθρο 1 σημείο γ του Κανονισμού Γενικών Αδειών).

[ 24 ]. Επισημαίνεται ότι υπό το νομοθετικό καθεστώς του Ν 2668/1998 η παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών από τρίτους, οι οποίοι λειτουργούν κατ’ εντολή και για λογαριασμό ταχυδρομικής επιχείρησης που διαθέτει Γενική Άδεια και είναι ενταγμένοι στο Ταχυδρομικό Δίκτυό της, είναι νόμιμη και δεν απαιτείται εκ μέρους τους ξεχωριστή αδειοδότηση. Ενώ οι υπηρεσίες αντικαταβολών και αγορών εμπίπτουν στο πεδίο των ταχυδρομικών υπηρεσιών μόνο ως προς την προετοιμασία και την ταχυμεταφορά των αντικειμένων. Η δε μεταφορά ταχυδρομικών αντικειμένων, είναι ταχυδρομική υπηρεσία μόνον όταν παρέχεται σε συνδυασμό με άλλο στάδιο παροχής ταχυδρομικής υπηρεσίας (όπως διαλογή και επίδοση στον παραλήπτη) Βλ σχετικώς άρθρο 12 Ν 2668/1998 και άρθρο 2 παρ. 4 του Κανονισμού Γενικών Αδειών.

[ 25 ]. Η έννοια της Καθολικής Υπηρεσίας στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο συνιστά αποτέλεσμα της απελευθέρωσης των αγορών των κρατών μελών. Η Καθολική Υπηρεσία, σύμφωνα με τις κοινοτικές οδηγίες, αφορά ένα στοιχειώδες σύνολο υπηρεσιών, συγκεκριμένης ποιότητας διαθέσιμο σε κάθε χρήστη ανεξάρτητα από τη γεωγραφική του θέση σε προσιτή τιμή. Συνακόλουθα η έννοια «καθολικές ταχυδρομικές υπηρεσίες» δημιουργήθηκε στο κοινοτικό δίκαιο «με στόχο να διασφαλιστεί στο σύνολο της επικράτειας κάθε κράτους μέλους η παροχή ενός ελάχιστου αριθμού βασικών ταχυδρομικών υπηρεσιών που ανταποκρίνονται σε βασικές απαιτήσεις γενικού συμφέροντος (ισότιμη παροχή, υψηλή ποιότητα, τιμές προσιτές σε όλους)». Ε. Αδαμαντίδου, Η Ταχυδρομική Επιχείρηση σε Οι Ταχυδρομικές Υπηρεσίες- Απελευθέρωση-Ανταγωνισμός, ό.π., σελ. 17 επ. Για την έννοια και την έκταση της «καθολικής υπηρεσίας» βλ. και Θ. Εμίρη, Η Απελευθέρωση των Ταχυδρομικών Υπηρεσιών στο ίδιο ως άνω σύγγραμμα, σελ. 206 επ. και Χ. Βρεττού, Η έννοια της καθολικής υπηρεσίας, ΔiΜΕΕ 2008,312. Σχετικά με την επέκταση των αποκλειστικών δικαιωμάτων του ΦΠΚΥ βλ. Μ. Μαστρομανώλη, Καταχρηστική Εκμετάλλευση Δεσπόζουσας Θέσης, σε Οι Ταχυδρομικές Υπηρεσίες- Απελευθέρωση-Ανταγωνισμός, ό.π., σελ. 230 με εκεί αναφορές στις αποφάσεις ΔΕΚ C-48/1990 και C-66/1990 Βασίλειο της Ολλανδίας κατά Επιτροπής, 1992, Συλλογή Νομολογίας Ι- 565, με αριθμό 2001/175 της Επιτροπής ΕΕ Λ 63/59, ΔΕΚ C-320/1991, Ποινική Δίωξη κατά Pael Corbeau, Αρμ 1993,1179.

[ 26 ]. Βλ. σχετικώς και Η. Σουφλερό, Η εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού, από την εθνική επιτροπή τηλεπικοινωνιών και ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), στην τιμολογιακή πολιτική του ΦΠΚΥ (ΕΛΤΑ) υπό το καθεστώς της Οδηγίας 97/67/ΕΚ και του Ν 2668/1998, ΕΕμπΔ 2005,177.

[ 27 ]. Η χορήγηση Ειδικής Άδειας από τις επιχειρήσεις ταχυδρομικών υπηρεσιών διεπόταν από το άρθρο 13 του Ν 2668/1998 και τον Κανονισμό Ειδικών Αδειών Παροχής Ταχυδρομικών Υπηρεσιών (Κανονισμός Ειδικών Αδειών) [ΦΕΚ Β’ 1439/17.7.2009], σύμφωνα με τις διατάξεις των ως άνω κειμένων δεν απαιτείται η κατοχή Ειδικής Άδειας στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) Για τα μέλη δικτύου αδειοδοτημένων επιχειρήσεων, β) Για τη διακίνηση ταχυδρομικών αντικειμένων από τον ίδιο τον αποστολέα για δική του χρήση ή από τρίτους που ενεργούν αποκλειστικά για λογαριασμό του αποστολέα (π.χ. υπηρεσίες κλητήρα), γ) Για υπηρεσίες κατάθεσης ταχυδρομικών αντικειμένων στις εγκαταστάσεις του ΦΠΚΥ, δ) Για παραλαβή από τις γραμματοθυρίδες του ΦΠΚΥ. Με την επιφύλαξη του άρθρου 19 του Ν 2668/1998, οι Ειδικές Άδειες χορηγούνταν με απόφαση της ΕΕΤΤ μέσα σε έξι εβδομάδες από την υποβολή της Αίτησης υπό την προϋπόθεση ότι είχαν υποβληθεί εκ μέρους της ταχυδρομικής επιχείρησης όλα τα απαιτούμενα στοιχεία, πιστοποιητικά και έγγραφα (Άρθρο 8 του Κανονισμού Ειδικών Αδειών). Η Ειδική Άδεια δεν χορηγείτο εφόσον συνέτρεχε έστω μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις: α) σε περίπτωση που η ενδιαφερόμενη επιχείρηση δεν παρείχε τις απαιτούμενες πληροφορίες στην ΕΕΤΤ από τις οποίες να προκύπτει ότι πληρούνται οι όροι χορήγησης της Ειδικής Άδειας, β) σε περίπτωση που τα φυσικά πρόσωπα ή οι ασκούντες νομίμως τη διοίκηση της επιχείρησης είχαν καταδικαστεί σε κάθειρξη ή φυλάκιση άνω των τριών μηνών κατά την τελευταία δεκαετία για λαθρεμπορία, εμπορία ή χρήση ναρκωτικών ουσιών, σωματεμπορία, ανθρωποκτονία με πρόθεση, απάτη, εκβίαση, απιστία, πλαστογραφία, κλοπή και ληστεία, γ) σε περίπτωση που τα φυσικά πρόσωπα ή οι ασκούντες νομίμως τη διοίκηση της επιχείρησης είχαν καταδικαστεί για παραβάσεις διατάξεων σχετικών με την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών, των διατάξεων της φορολογικής νομοθεσίας, του τελωνειακού κώδικα, της εργατικής νομοθεσίας και της νομοθεσίας για τις κοινωνικές ασφαλίσεις, δ) σε περίπτωση που θιγόταν η ανάπτυξη του ανταγωνισμού. Αξιοσημείωτο είναι εν προκειμένω το γεγονός ότι η διακριτική ευχέρεια που παρείχε ο Ν 2668/1998, στην ΕΕΤΤ για την χορήγηση ή μη αδειών ήταν ιδιαίτερα διευρυμένη καθώς αυτή έφτανε μέχρι τη δυνατότητα μη χορήγησης άδειας σε περίπτωση που κατά την κρίση της «θίγεται η ανάπτυξη του ανταγωνισμού».

[ 28 ]. Για την παροχή άλλης ταχυδρομικής υπηρεσίας, πέραν των ανωτέρω, η ΕΕΤΤ αποφασίζει αν εμπίπτει στο πεδίο της Καθολικής Υπηρεσίας και δύναται να θέσει τους όρους και τις προϋποθέσεις παροχής της.

[ 29 ]. Από την 1.01.2006, η ΕΛΤΑ είχε την αποκλειστικότητα στη διακίνηση των αντικειμένων Α’ Προτεραιότητας Εσωτερικού που το βάρος τους δεν ξεπερνά τα 50 γραμμάρια. Το ανώτατο αυτό όριο βάρους δεν ισχύει αν η τιμή είναι ίση ή μεγαλύτερη κατά 2,5 φορές του τέλους μιας επιστολής 20 γραμμαρίων Α’ Προτεραιότητας Εσωτερικού. Σημειώνεται ότι μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2005 τα αντίστοιχα όρια στην αλληλογραφία Α’ Προτεραιότητας Εσωτερικού που διακινούνταν αποκλειστικά από το ΦΠΚΥ καθορίζονταν σε μέγιστο βάρος αντικειμένου 100 γραμμαρίων, το οποίο δεν ίσχυε για αντικείμενα των οποίων η τιμή τους ήταν ίση ή μεγαλύτερη του τριπλάσιου της τιμής επιστολής Α’ Προτεραιότητας Εσωτερικού 20 γραμμαρίων. Εξαιτίας του μονοπωλίου αυτού, η ΕΛΤΑ έχει έσοδα που ξεπερνούν τα 420 εκατ. ευρώ ετησίως, καθώς όλοι οι δημόσιοι οργανισμοί, αλλά και ιδιωτικές εταιρίες συνάπτουν απευθείας συμβόλαια με τον οργανισμό. Το μέγεθος αυτό αποκτά επιπρόσθετη δυναμική, αν αναλογιστεί κανείς, ότι όλες μαζί οι ελληνικές και οι διεθνείς εταιρίες ταχυμεταφορών, που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας, εμφανίζουν έσοδα μόλις 280 εκατ. ευρώ ετησίως (στοιχεία ΕΕΤΤ).

[ 30 ]. Όπως αναφερόταν στο άρθρο 5 του Ν 2668/1998. Βλ και Υ.Α. 58134/2275/2010 Επανακαθορισμός των ποιοτικών προδιαγραφών και των όρων παροχής της Καθολικής Ταχυδρομικής Υπηρεσίας.

[ 31 ]. Αναφορικά με την συμμόρφωση της ΕΛΤΑ προς τις υποχρεώσεις επισημαίνουμε ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της για ΕΕΤΤ α) Η ΕΛΤΑ εξαιρεί από την υποχρέωσή της σημαντικό τμήμα του πληθυσμού, που ανέρχεται σε περίπου 7% του συνολικού πληθυσμού της Ελλάδας. Σύμφωνα δε και με την Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την Εφαρμογή της Ταχυδρομικής Οδηγίας για την περίοδο 2006-2008 [Βρυξέλλες, 22.12.2008 COM(2008) 884 τελικό], η Ελλάδα αποτελεί τη μοναδική χώρα των 27 Κρατών Μελών με τόσο υψηλό ποσοστό εξαιρέσεων, αφού το αντίστοιχο ποσοστό για τις υπόλοιπες χώρες (σε όσες υπάρχουν εξαιρέσεις) είναι μικρότερο του 1% β) Η ΕΛΤΑ εξαιρεί επίσης από την υποχρέωσή της ένα ακόμη σημαντικότερο τμήμα του πληθυσμού το οποίο εκτιμάται σε 20%, όπου η επίδοση πραγματοποιείται σε υπαίθριες γραμματοθυρίδες ή άλλες εγκαταστάσεις. Σύμφωνα και με την 3η Οδηγία (βλ. παρακάτω κεφ IV), αυτή η απαίτηση για την κατ’ οίκον διανομή, αποτελεί βασική ποιοτική παράμετρο της ΚΥ. Βλ σχετικώς πρακτικά της Ομιλίας του Ν. Αλεξανδρίδη, Η Ελλάδα ως Διεθνής Διαμετακομιστικός Κόμβος Ταχυδρομικών Αντικειμένων, Ημερίδα ΕΕΤΤ, με θέμα Εξελίξεις στην Ταχυδρομική Αγορά, Αθήνα, 18 Μαρτίου 2009 διαθέσιμα στην ιστοσελίδα της ΕΕΤΤ.

[ 32 ]. Για τη σημασία των ταχυδρομικών υπηρεσιών στην Ευρωπαϊκή αγορά βλ. μεταξύ άλλων και WIK-Consult, Μάιος 2006, Κύριες Εξελίξεις στον Ευρωπαϊκό Ταχυδρομικό Τομέα (2006-2008)», ECORYS, 2008.

[ 33 ]. Για την ένταξη της απελευθέρωσης της αγοράς των ταχυδρομικών υπηρεσιών στο γενικότερο πλαίσιο απελευθέρωσης των μονοπωλιακών αγορών βλ. μεταξύ άλλων και Θ. Εμίρη, ό.π., σελ. 193 επ.

[ 34 ]. Η απελευθέρωση των ταχυδρομικών υπηρεσιών άρχισε το 1998 για τα δέματα άνω των 350 γραμμαρίων, συνεχίζοντας το 2003 στα δέματα άνω των 100 γραμμαρίων και το 2006 σε επιστολές και δέματα άνω των 50 γραμμαρίων.

[ 35 ]. Γ. Δημαράκη, Απελευθέρωση στον Τομέα των Ταχυδρομικών Υπηρεσιών, Οδηγία 2008/6/ΕΚ, Ενημερωτικό Δελτίο ΕΕΤΤ, Τεύχος 16ο Απρίλιος 2008.

[ 36 ]. Η προθεσμία για την ενσωμάτωση της Οδηγίας ήταν η 31.12.2010, ωστόσο, η χώρα μας, μαζί με άλλα κράτη μέλη (Τσεχία, Κύπρος, Λετονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Μάλτα, Ουγγαρία, Πολωνία, Ρουμανία και Σλοβακία) είχε τη δυνατότητα να αναβάλει την έναρξη εφαρμογής της, έως την 31.12.2012, και να διατηρήσει σε ισχύ, για το προαναφερθέν χρονικό διάστημα, τον αποκλειστικό τομέα (βλ. σχετικώς άρθρο 3 παρ. 1 της 3ης Οδηγίας). Αιτιολογική βάση, για την εξαίρεση αυτή, αποτελεί, αφενός μεν, η μετά την εφαρμογή της Οδηγίας 2002/39/ΕΚ, είσοδος κάποιων νέων χωρών στην Ε.Ε. και η, κατά συνέπεια, ενδεχόμενη αδυναμία τους να προσαρμοσθούν σε μεταγενέστερο στάδιο των ταχυδρομικών μεταρρυθμίσεων, και αφ’ ετέρου, τα ειδικά χαρακτηριστικά ορισμένων κρατών μελών, όπως ο μικρός πληθυσμός και το περιορισμένο γεωγραφικό μέγεθος, η ιδιαίτερα δύσκολη τοπογραφία, ο μεγάλος αριθμός νησιών, περίπτωση η οποία αφορά και τη χώρα μας. Αντίθετα χώρες όπως η Φιλανδία, η Σουηδία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία, η Ολλανδία και η Εσθονία επέλεξαν να απελευθερώσουν πλήρως την ταχυδρομική αγορά πριν από την καταληκτική ημερομηνία που έθετε η 3η Οδηγία, βλ. σχετικώς R. Pochmarski, Transposition of Directive 2008/6/EC, EERP Plenary 18-20 May, Dublin.

[ 37 ]. Βλ. σημείο 26 του Προοιμίου, άρθρο 1 παρ. 1 και 8 της 3ης Οδηγίας.

[ 38 ]. Βλ. και σημείο 59 του Προοιμίου της 3ης Οδηγίας.

[ 39 ]. Όπως ανωτέρω αναφέρθηκε αντίστοιχη πρόβλεψη υπήρχε και στην Οδηγία 97/67 και ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο Ν 2668/1998, ωστόσο ουδέποτε ενεργοποιήθηκε η διάταξη αυτή.

[ 40 ]. Δεδομένου του ως άνω κανονιστικού πλαισίου οι Επίτροποι Ανταγωνισμού και Εσωτερικής Αγοράς απηύθυναν στις 24.6.2008 προειδοποίηση προς τα κράτη µέλη να σεβαστούν τα χρονοδιαγράμματα για την απελευθέρωση των ταχυδρομικών υπηρεσιών και να μην εισάγουν «δημιουργικά εμπόδια» στις εσωτερικές αγορές.

 

41 ]. Βλ. σχετικώς Γ. Δημαράκη, ό.π., σελ. 14 επ.

[ 42 ]. Το παράρτημα του Νόμου χωρίζεται σε τρία μέρη: Το πρώτο μέρος αναφέρεται σε θέματα που έχουν σχέση με την καθολική υπηρεσία. Το δεύτερο μέρος περιλαμβάνει ρυθμίσεις για τον υπολογισμό του καθαρού κέρδους. Το τρίτο μέρος προβλέπει την κάλυψη του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας. Οι παραπάνω διατάξεις του παραρτήματος ουσιαστικά μεταφέρουν τις διατάξεις του παραρτήματος της 3ης Οδηγίας.

[ 43 ]. Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. Α σημείο 1 ταχυδρομικές υπηρεσίες είναι οι υπηρεσίες που συνίστανται στην περισυλλογή, διαλογή, μεταφορά και διανομή ταχυδρομικών αντικειμένων, ενώ ως ταχυδρομικό αντικείμενο ορίζεται στο ίδιο άρθρο παρ. 1 σημείο 8 το αντικείμενο με συγκεκριμένο παραλήπτη, αποστελλόμενο υπό την τελική του μορφή υπό την οποία το αναλαμβάνει ο φορέας παροχής της ταχυδρομικής υπηρεσίας. Τα αντικείμενα αυτά περιλαμβάνουν π.χ. πέραν των αντικειμένων αλληλογραφίας, βιβλία, καταλόγους, εφημερίδες, περιοδικά, ταχυδρομικά δέματα που περιέχουν εμπορεύματα με ή χωρίς εμπορική αξία.

[ 44 ]. Για τις επιπτώσεις της απελευθέρωσης στους καταναλωτές βλ. μεταξύ άλλων Ομιλία Συνηγόρου του Καταναλωτή, Ε. Ζερβέα, Οφέλη για τον καταναλωτή από την απελευθέρωση της ταχυδρομικής αγοράς στην Ελλάδα στην ημερίδα της ΕΕΤΤ 13.4.2011 ό.π.

[ 45 ]. Οδηγία 97/67/ΕΚ όπως τροποποιήθηκε από της Οδηγίες 2002/39/ΕΚ και 2008/6/ΕΚ.

[ 46 ]. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. Α σημείο 16 ως Χρήστης ορίζεται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο παρέχεται ταχυδρομική υπηρεσία, ως αποστολέα ή παραλήπτη και το οποίο δεν είναι φορέας παροχής ταχυδρομικής υπηρεσίας. Σημειώνουμε ότι με την προσθήκη στον ορισμό της τελευταίας φράσης «και ... υπηρεσίας» ο ορισμός του Ν 4053/2012 εμφανίζεται στενότερος από τον αντίστοιχο της Οδηγίας (άρθρο 1 παρ. 2 σημείο ια) όπου δεν υπάρχει η αντίστοιχη εξαίρεση, ενώ ούτε στην αιτιολογική έκθεση του Νόμου υπάρχει κάποια σκέψη επ’ αυτού.

[ 47 ]. Άρθρο 2.

[ 48 ]. Άρθρο 3.

[ 49 ]. Άρθρα 4 και 5 αντιστοίχως.

[ 50 ]. Άρθρο 7.

[ 51 ]. Στο σημείο 23 του προοιμίου ορίζεται σχετικώς ότι «[...] Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν ένα από τα παρακάτω ή συνδυασμό τους: παροχή της καθολικής υπηρεσίας από τις δυνάμεις της αγοράς, καθορισμό μιας ή περισσότερων επιχειρήσεων που θα παρέχουν διαφορετικά στοιχεία της καθολικής υπηρεσίας ή που θα καλύπτουν διαφορετικά μέρη της επικράτειας, και παροχή υπηρεσιών μέσω διαδικασιών δημόσιων προμηθειών Εφόσον κράτος μέλος αποφασίσει να ορίσει μία ή περισσότερες επιχειρήσεις για την παροχή καθολικής υπηρεσίας ή για την παροχή των ποικίλων συνιστωσών της καθολικής υπηρεσίας, πρέπει να διασφαλισθεί η επιβολή των απαιτήσεων περί ποιότητας της καθολικής υπηρεσίας στους φορείς παροχής καθολικής υπηρεσίας κατά τρόπο διαφανή και αναλογικό. Όταν το κράτος μέλος ορίζει περισσότερες από μία επιχειρήσεις, θα πρέπει να μεριμνά ώστε να μην αλληλεπικαλύπτονται οι υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας». Περαιτέρω στο άρθρο 1, παρ. 4, εδάφιο 2 της 3ης Οδηγίας ορίζεται ότι «Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν μία ή περισσότερες επιχειρήσεις ως φορείς παροχής καθολικής υπηρεσίας ώστε να καλύπτεται το σύνολο της εθνικής επικράτειας. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν διάφορες επιχειρήσεις για την παροχή διαφορετικών στοιχείων της καθολικής υπηρεσίας και/ή την κάλυψη διαφορετικών τμημάτων της εθνικής επικράτειας. Όταν ορίζουν τις επιχειρήσεις, τα κράτη μέλη καθορίζουν, τηρουμένου του κοινοτικού δικαίου, τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των επιχειρήσεων αυτών και τις δημοσιεύουν. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι οι όροι υπό τους οποίους ανατίθενται οι καθολικές υπηρεσίες βασίζονται στις αρχές της διαφάνειας, της απαγορεύσεως των διακρίσεων και της αναλογικότητας, ώστε να διασφαλίζεται η συνέχεια της παροχής καθολικής υπηρεσίας, δεδομένου του σημαντικού ρόλου που διαδραματίζει για την κοινωνική και εδαφική συνοχή. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή την ταυτότητα του ή των φορέων παροχής καθολικής υπηρεσίας που έχουν ορίσει. Ο καθορισμός του φορέα παροχής καθολικής υπηρεσίας υπόκειται σε τακτική αναθεώρηση και επανεξετάζεται βάσει των όρων και των αρχών του παρόντος άρθρου. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν, ωστόσο, ότι η διάρκεια του καθορισμού αυτού προβλέπει επαρκή περίοδο για την απόδοση των επενδύσεων».

[ 52 ]. Όπως επισήμανε στην Ομιλία του ο K. Kiljanski, Υπεύθυνος Ταχυδρομικού Τομέα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, βλ. σχετικώς Πρακτικά Ομιλίας, The first 90 days after D-day, Ημερίδα ΕΕΤΤ, Προς την Απελευθέρωση της Ταχυδρομικής Αγοράς: Ευρωπαϊκή Πρακτική και Εθνική Πρωτοβουλία, Αθήνα, 13η Απριλίου 2011.

[ 53 ]. Βλ. σχετικώς Ομιλία της Α. Παπαθανάση, Εισηγήτριας του ΠΑΣΟΚ για το Ν/Σ «Ρύθμιση Λειτουργίας Ταχυδρομικής Αγοράς» στη Βουλή την 20.2.2012 και Ομιλία Σ. Αναστασιάδη, Εισηγητή της ΝΔ για το ίδιο Ν/Σ την 20.2.2012

[ 54 ]. Στοιχεία από την Ομιλία της Α. Παπαθανάση, ό.π.

[ 55 ]. Άρθρο 6 Όπου ορίζεται ότι στους χρήστες ταχυδρομικών υπηρεσιών ανεξάρτητα από το σημείο της ελληνικής επικράτειας, παρέχεται μονίμως, σε προσιτές τιμές - η ίδια τιμή για την ίδια υπηρεσία - σε διαφορετικά σημεία της επικράτειας (π.χ. Αθήνα - Καστελόριζο) καθολική υπηρεσία συγκεκριμένης ποιότητας. Η δε Καθολική υπηρεσία ταχυδρομικής εξυπηρέτησης περιλαμβάνει τουλάχιστον τις εξής επιμέρους υπηρεσίες:

- Περισυλλογή, μεταφορά, διαλογή και διανομή ταχυδρομικών αντικειμένων βάρους έως 2 κιλά, και ταχυδρομικών δεμάτων βάρους έως 20 κιλά,

- Υπηρεσίες συστημένων

- Και αποστολών δηλωμένης αξίας

Το δικαίωμα των χρηστών να λαμβάνουν καθολικές υπηρεσίες εξασφαλίζεται:

- Με τον καθορισμό της πυκνότητας των σημείων επαφής, πρόσβασης και περισυλλογής με βάση γεωγραφικές και κοινωνικές συνθήκες,

- Με την παροχή της ταχυδρομικής υπηρεσίας 5 μέρες την εβδομάδα,

- Με την πραγματοποίηση μιας περισυλλογής και μιας διανομής την μέρα

- Ο ΦΠΚΥ διαθέτει ένα τουλάχιστον σημείο πρόσβασης και περισυλλογής της αλληλογραφίας για κάθε 1000 κατοίκους στις αστικές περιοχές και ένα τουλάχιστον σημείο πρόσβασης σε κάθε οικισμό στις αγροτικές περιοχές της χώρας.

[ 56 ]. Επισημαίνουμε ότι με το Ν 2668/1998 είχε νομοθετηθεί η χρηματοδότηση της καθολικής υπηρεσίας ωστόσο τούτο δεν έχει υλοποιηθεί στην πράξη - ποτέ δηλαδή δεν συστήθηκε το ταμείο αποζημίωσης για την χρηματοδότηση της καθολικής υπηρεσίας.

[ 57 ]. Το καθαρό κόστος υπολογίζεται ως η διαφορά μεταξύ του κόστους λειτουργίας του ΦΠΚΥ με υποχρέωση παροχής Καθολικής Υπηρεσίας και του κόστους λειτουργίας του ίδιου φορέα χωρίς την υποχρέωση παροχής Καθολικής Υπηρεσίας. Βλ σχετικώς και πρακτικά από την ομιλία του Χ. Βαρσάμη, Διευθύνοντα Σύμβουλο της ΕΛΤΑ με θέμα «Ρυθμιστικό πλαίσιο για την Απελευθέρωση της Αγοράς» που παρουσιάστηκε στην ημερίδα της ΕΕΤΤ με θέμα Η ταχυδρομική Αγορά στην τελική ευθεία για την Απελευθέρωση: νέα δεδομένα, νέες δράσεις, νέα προϊόντα, που έλαβε χώρα στην Αθήνα την 25η Απριλίου 2012, αναρτημένα στην επίσημη ιστοσελίδα της ΕΕΤΤ.

[ 58 ]. Ο επιμερισμός κόστους οφείλει να γίνεται με τρόπο διαφανή, αντικειμενικό και ουδέτερο και η ΕΕΤΤ είναι αρμόδια για την είσπραξη των εισφορών και την απόδοση στον ΦΠΚΥ των αναλογούντων ποσών.

[ 59 ]. Άρθρα 11 και 12 αντιστοίχως.

[ 60 ]. Άρθρο 13 Μεταξύ των υποχρεώσεων των φορέων παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών είναι: α) Η τήρηση συνθηκών εργασίας, β) Να καταβάλλουν στην ΕΕΤΤ ετήσια ανταποδοτικά τέλη - τέλη χρηματοδότησης της καθολικής υπηρεσίας γ) Να διασφαλίζουν ότι τα τιμολόγια τους πληρούν κανόνες υγιούς ανταγωνισμού - ότι υπάρχουν κανόνες διαφάνειας - δημοσιεύονται καταλλήλως και κοινοποιούνται στην ΕΕΤΤ. Η παράβαση διατάξεων του νόμου ή η παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών διαφορετικών των όσων περιγράφονται στο νόμο ή η παραβίαση όρου της άδειας συνεπάγεται την επιβολή, μετά από ακρόαση των ενδιαφερομένων, μίας ή περισσοτέρων κυρώσεων, όπως σύσταση ή προειδοποίηση, πρόστιμο, προσωρινή ή οριστική ανάκληση της άδειας. Τις παραπάνω κυρώσεις επιβάλλει η ΕΕΤΤ.

[ 61 ]. Άρθρο 14.

[ 62 ]. Άρθρο 15.

[ 63 ]. Άρθρο 16 Δεδομένου ότι ο φορέας παροχής ταχυδρομικής υπηρεσίας αποτελεί επιχείρηση ιδιωτικού δικαίου, η ευθύνη του κρίνεται βάσει των κανόνων του ιδιωτικού δικαίου και, ειδικότερα, συμφώνως προς τη συμβατική σχέση που τον συνδέει με τους χρήστες. Η συμβατική σχέση μεταξύ ταχυδρομικής επιχείρησης και χρήστη (ταχυδρομική σύμβαση) εντάσσεται στην ειδική κατηγορία των συμβάσεων έργου, οι οποίες αποκαλούνται συμβάσεις μεταφοράς, και αποτελεί ειδική μορφή των τελευταίων (Βλ. Κ. Παμπούκη, Η ταχυδρομική σύμβαση, ΕπισκΕΔ Δ/2005,858). Επ’ αυτής εφαρμόζονται καταρχήν οι ειδικές ταχυδρομικές διατάξεις του παρόντος, επικουρικώς δε οι γενικές περί μεταφορών διατάξεις. Οι ως άνω ρυθμίσεις (ιδίως το άρθρο 16), ως ειδικές, αποκλείουν τις γενικές περί ευθύνη διατάξεις του αστικού δικαίου. Εφαρμογή των γενικότερων διατάξεων του αστικού δικαίου είναι δυνατή μόνο συμπληρωματικώς και υπό τον όρο ότι δεν έρχονται σε αντίθεση προς τις ειδικότερες διατάξεις του ταχυδρομικού δικαίου. Το ζήτημα της ευθύνης μπορεί να ρυθμίζεται συμπληρωματικώς στους Χάρτες Υποχρεώσεων Καταναλωτή, που είναι υποχρεωμένες να καταρτίζουν οι ταχυδρομικές επιχειρήσεις (άρθρο 13 παρ. 1ζ του Νόμου). βλ. σχετικώς και Έκθεση επί του Νομοσχεδίου Ρύθμιση λειτουργίας της ταχυδρομικής αγοράς, θεμάτων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και άλλες διατάξεις, της Β’ Διεύθυνσης Επιστημονικών Μελετών του Τμήματος Νομοτεχνικής Επεξεργασίας Σχεδίων και Προτάσεων Νόμων της Βουλής των Ελλήνων.

[ 64 ]. Άρθρο 17.

[ 65 ]. ΜΠρΘεσ 11980/2008 ΕπισκΕμπΔ 2008,923 επ. Βλ., επίσης, Μ. Σταθόπουλο, Γενικό Ενοχικό Δίκαιο, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2004, σελ. 93 επ.

[ 66 ]. βλ. Β. Τουντόπουλο, Η ευθύνη του φορέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, ΕπισκΕΔ 2005,865, 869 επ. βλ. σχετικώς και Έκθεση επί του Νομοσχεδίου, ό.π.

[ 67 ]. Το γεγονός αυτό αποκτά μεγαλύτερη σημασία στις περιπτώσεις παροχής υπηρεσιών διεθνούς ταχυδρομείου, όπου ο καταλογισμός της υπαιτιότητας και ο επιμερισμός της ζημίας μεταξύ περισσότερων ταχυδρομικών επιχειρήσεων είναι πρακτικώς δυσχερής. Βλ σχετικώς και Έκθεση επί του Νομοσχεδίου, ό.π.

[ 68 ]. Η ίδια αντιμετώπιση υιοθετείται και σε άλλους κλάδους του δικαίου των μεταφορών (π.χ. αεροπορικές, θαλάσσιες κ.λπ.), απηχεί δε την αρχή της καλής πίστης (ΑΚ 288).

[ 69 ]. Άρθρο 18.

[ 70 ]. Άρθρο 19.

[ 71 ]. Άρθρο 20.

[ 72 ]. Στο δε σχέδιο Νόμου που είχε τεθεί υπό δημόσια διαβούλευση η διακριτική μεταχείριση υπέρ της ΕΛΤΑ ήταν ακόμη πιο έντονη καθώς προβλεπόταν ότι η ΕΛΤΑ, για όσο χρόνο παραμένει ΦΠΚΥ, θα εξαιρείτο της καταβολής αγγελιοσήμου καθώς και της καταβολής τελών στα επιμελητήρια, διάταξη που απαλείφθηκε από το τελικό κείμενο.

[ 73 ]. Για τους μεγάλους πελάτες του επιστολικού ταχυδρομείου (τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρίες, δημόσιες υπηρεσίες κ.λπ.) το κόστος του ΦΠΑ (πλέον 23%) αποτελεί σημαντικό και υπολογίσιμο κόστος καθιστώντας τον ΦΠΚΥ αθέμιτα ανταγωνιστικό έναντι των ιδιωτών παρόχων. Για την υγιή ανάπτυξη του ανταγωνισμού, σύμφωνα με τις επιχειρήσεις παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών, οι λύσεις είναι δύο είτε κατάργηση της διακριτικής αυτής μεταχείρισης του ΦΠΚΥ είτε περιορισμό της Καθολικής Υπηρεσίας στις αποστολές ενός τεμαχίου (εξαίρεση μαζικών και λοιπών αποστολών).

[ 74 ]. Σχετικά με την απαλλαγή από τον ΦΠΑ στις ταχυδρομικές υπηρεσίες βλ. και HM Revenue & Customs, VAT- Postal Services, Technical Note, 24 March 2010 Bundesverband Internationaler Express- und Kurierdienste e. V., The Impact of Abolishing the VAT Exemption for Postal Services Provided by Deutsche Post AG, A Qualitative and Quantitative Analysis, November 2005, Πρακτικά της Ομιλίας του J. Reinbothe, Υπεύθυνου Ταχυδρομικού Τομέα Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στην Ημερίδα της ΕΕΤΤ την 18.03.2009, ό.π. και Πρακτικά της Ομιλίας του Luc Hindryckx, Πρόεδρος Ρυθμιστικής Αρχής Ταχυδρομικών Υπηρεσιών και Τηλεπικοινωνιών Βελγίου και Αντιπρόεδρου ERGP με θέμα «Ρυθμιστικό πλαίσιο για την Απελευθέρωση της Αγοράς» που παρουσιάστηκε στην ημερίδα της ΕΕΤΤ, που έλαβε χώρα στην Αθήνα την 25η Απριλίου 2012, ό.π.

[ 75 ]. Το ζήτημα της απαλλαγής του ΦΠΚΥ από τον ΦΠΑ δεν θίγεται στο Ν 4053/2012.

[ 76 ]. ΔΕΚ C-357/2007 TNT Post UK Ltd κατά The Commissioners for Her Majesty’s Revenue and Customs, ΕΕ C 247 της 20.10.2007.

[ 77 ]. Για την απελευθέρωση της ταχυδρομικής αγοράς στο Ηνωμένο Βασίλειο βλ. και Α. Τσάλτα, Παραδείγματα Απελευθέρωσης της Ταχυδρομικής Αγοράς- Η μέχρι τώρα εμπειρία, Ενημερωτικό Δελτίο της ΕΕΤΤ, Τεύχος 17ο, Ιούλιος 2008 σελ. 14 επ.

[ 78 ]. Το 2001 η Royal Mail ορίστηκε ως μοναδικός ΦΠΚΥ στο Ηνωμένο Βασίλειο. Δυνάμει της αδείας αυτής, η Royal Mail υποχρεώθηκε να παρέχει καθολική ταχυδρομική υπηρεσία, περιλαμβάνουσα, κάθε εργάσιμη ημέρα, τουλάχιστον μία διανομή σε κάθε διεύθυνση και μία συλλογή σε κάθε σημείο προσβάσεως, σε προσιτές και ομοιόμορφες τιμές. Από το 2006, πραγματοποιήθηκε πλήρης ελευθέρωση της αγοράς ταχυδρομικών υπηρεσιών στο Ηνωμένο Βασίλειο, χωρίς όμως να επηρεαστούν ούτε η νομική κατάσταση ούτε οι υποχρεώσεις της Royal Mail. Η πραγματοποιούμενη από τη Royal Mail μεταφορά ταχυδρομικών δεμάτων και επιστολών δεν υπόκειτο σε ΦΠΑ. Η TNT Post παρείχε «υπηρεσίες αρχικού σταδίου», όσον αφορά στην εμπορική αλληλογραφία, δηλαδή, συνέλλεγε, έκανε διαλογή και μετέφερε οδικώς την αλληλογραφία μέχρι την περιφερειακή αποθήκη της Royal Mail. Εν συνεχεία, η Royal Mail παρείχε τις «υπηρεσίες τελικού σταδίου», διανέμοντας την αλληλογραφία αυτή, διότι η TNT Post δεν διαθέτει υπηρεσία διανομής. Οι υπηρεσίες που παρέχει η TNT υπόκεινται σε ΦΠΑ. Η TNT άσκησε προσφυγή ενώπιον του High Court of Justice, αμφισβητώντας τη νομιμότητα της απαλλαγής από τον ΦΠΑ των ταχυδρομικών υπηρεσιών της Royal Mail, ισχυριζόμενη ότι οι υπηρεσίες της είναι ίδιες με αυτές που παρέχει η Royal Mail, αλλά υπόκεινται σε ΦΠΑ.

[ 79 ]. Άρθρου 13A, παρ. 1, στοιχείο α΄, της Έκτης Οδηγίας 77/388/ΕΟΚ (ΕΕ ειδ. Εκδ. 09/001, σελ. 49) -σύμφωνα με το οποίο οι «δημόσιες ταχυδρομικές υπηρεσίες» απαλλάσσονται από το ΦΠΑ, με το αιτιολογικό ότι πρόκειται για δραστηριότητες γενικού συμφέροντος-. Η Οδηγία αυτή έχει τροποποιηθεί επανειλημμένως και εν τέλει κωδικοποιήθηκε και αναδιατυπώθηκε με την Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (EEL 347 σελ. 1), χωρίς να τροποποιηθεί η επίμαχη διάταξη.

[ 80 ]. Σημειωτέον ότι η απόφαση κατέληγε στο ίδιο συμπέρασμα με την πρόταση της Γενικής Εισαγγελέως, βλ. σχετικώς πρόταση γενικής εισαγγελέως J. Kokott, της 15.1.2009.

[ 81 ]. Έπειτα, όπως επισήμανε στην Ομιλία του ο K. Kiljanski, ό.π., από τα 16 κράτη μέλη που ήδη απελευθέρωσαν την αγορά ορισμένα θέτουν δυσβάστακτες για τους νέους παρόχους προϋποθέσεις όπως ότι ο νέος πάροχος πρέπει να εξυπηρετεί τουλάχιστον το 50% της επικράτειας των κρατών μελών τουλάχιστον 4 ημέρες την εβδομάδα, απαγόρευση ενσωμάτωσης στην επιχείρηση εργαζομένων που είναι αυτοαπασχολούμενοι κ.λπ.

[ 82 ]. Βλ. σχετικώς και Έκθεση Αξιολόγησης Συνεπειών Ρυθμίσεων, Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, σελ. 90-91.

[ 83 ]. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επισημαίνει σχετικώς στην Γνώμη της «επί του Ν/Σ περί Ταχυδρομικών Υπηρεσιών, Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και άλλες διατάξεις» (σελ. 2) ότι: «Η επιτυχία της αποστολής του υπό αξιολόγηση Σχ/Ν θα εξαρτηθεί από το περιεχόμενο των υπουργικών αποφάσεων και κανονισμών που θα ακολουθήσουν μετά την ψήφισή του και θα καθορίσουν τον τρόπο επιλογής του φορέα της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας και τη χρηματοδότηση της καθολικής υπηρεσίας, καθώς και θα διασφαλίσουν τον έλεγχο των κανόνων του υγιούς ανταγωνισμού και την προστασία των χρηστών. Κατά συνέπεια, η Ο.Κ.Ε. επιφυλάσσεται να αξιολογήσει το Σχ/Ν ως προς την επιτυχή ή μη εκπλήρωση των στόχων του, καθώς δε γνωρίζει τη δεδομένη χρονική στιγμή αν οι προαναφερόμενες ρυθμίσεις θα κινηθούν προς την ενδεδειγμένη κατεύθυνση».